Η πιο μαζική και ειρηνική συγκέντρωση ανθρώπων που συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ήταν το τριήμερο φεστιβάλ του Woodstock.
Από τότε κάποιοι προσπάθησαν να το αναβιώσουν χωρίς όμως την επιτυχία του αρχικού. Πως θα μπορούσε άλλωστε αφού οι εποχές και οι άνθρωποι αλλάζουν και τίποτα δεν παραμένει το ίδιο.
Η ιδέα για το υπαίθριο χίπικο φεστιβάλ ήταν του Artie Kornfeld και του Michael Lang που βρήκαν χρηματοδότες στα πρόσωπα δύο νέων επιχειρηματιών, που με τη σειρά τους έψαχναν ενδιαφέρουσες επενδυτικές προτάσεις. Ψάχνοντας λοιπόν την ιδανική τοποθεσία, βρήκαν μια φάρμα έξω από την πόλη Bethel στα περίχωρα της Νέας Υόρκης, 43 μίλια νοτιοδυτικά του Woodstock που ήταν ήδη αποικία καλλιτεχνών. Τύπωσαν 200.000 εισιτήρια με κόστος τριημέρου 18 δολάρια στην προπώληση και επικοινώνησαν με τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής.
Η είδηση διέρρευσε από εφημερίδες που μοιράστηκαν σε κολλέγια, από ανακοινώσεις σε μουσικά στέκια αλλά και σε τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. O κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται εκεί, μάλιστα μια μέρα νωρίτερα και με οποιοδήποτε μέσο διέθετε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αποκλειστούν οι γύρω επαρχιακοί δρόμοι δημιουργώντας μια κατάσταση χαοτική σε συνδυασμό με τη λάσπη από τη βροχή που είχε πέσει τις προηγούμενες ημέρες.
Λίγες ώρες πριν την έναρξη της συναυλίας οι διοργανωτές συνειδητοποίησαν ότι είχαν ξεχάσει κάτι πολύ σημαντικό. Να τοποθετήσουν τις θυρίδες έκδοσης εισιτηρίων. Κάποιοι είχαν ήδη κατασκηνώσει στο χώρο κι όσο περνούσε η ώρα ο κόσμος συνέχιζε να αυξάνεται. Η κατάσταση είχε γίνει πλέον ανεξέλεγκτη, οι φράχτες που είχαν τοποθετηθεί υποχώρησαν και οι υπεύθυνοι αναγκάστηκαν να πουν τελικά ότι η είσοδος ήταν ελεύθερη.
Το Woodstock χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα πιο αποτυχημένα οικονομικά φεστιβάλ στην παγκόσμια ιστορία της μουσικής.
Όμως αυτό που έμεινε στην ιστορία, ήταν η ιδέα που ώθησε τον κόσμο να παρευρεθεί εκεί, και το όραμά του για έναν καλύτερο κόσμο, για πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα, για αγάπη, ειρήνη, ελεύθερη έκφραση.
Ήταν μια φωνή ενάντια στον άδικο πόλεμο του Βιετνάμ, τις φυλετικές διακρίσεις και όλα αυτά μέσα σ’ ένα κλίμα ηλεκτρισμένο, αφού ένα χρόνο πριν είχε συγκλονίσει η δολοφονία του Robert F. Kennedy και του Martin Luther King δυο μήνες νωρίτερα, αλλά και οι εξεγέρσεις των πανεπιστημίων σε Γαλλία και Αμερική.
Για τρεις ημέρες ειρήνης και μουσικής στις 15, 16 και 17 Αυγούστου του 1969, με το λευκό περιστέρι στο μπράτσο μιας κιθάρας η διαφημιστική αφίσα προανήγγειλε το γεγονός καθώς και μερικά από τα ονόματα των καλλιτεχνών που θα εμφανίζονταν.
Την συναυλία είχε ανοίξει ο Richie Havens με το τραγούδι ‘’Freedom’’ που έγινε και ο εθνικός ύμνος του Woodstock. Ο Tim Hardin, οι Who, η Janis Joplin με το νέο της συγκρότημα τους Kozmic Blues Band, οι Jefferson Airplane υπέρμαχοι του κινήματος των ‘’παιδιών των λουλουδιών’’, ο Joe Cocker ένας άγνωστος ως τότε καλλιτέχνης στο αμερικανικό κοινό που είχε κάνει μια εξαιρετική εμφάνιση. Οι Greedence Clearwater Revival, ο Santana με τους Blues Band, οι Ten Years After, ο Jimi Hendrix το πιο δυνατό όνομα της συναυλίας, που σφράγισε το φεστιβάλ παίζοντας τελευταίος, με σημαντικότερη στιγμή τον αυτοσχεδιασμό του πάνω στον εθνικό ύμνο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αυτά ήταν μερικά μόνο από τα ονόματα όσων πήραν μέρος στη συναυλία. Αρκετοί όμως κι αυτοί που είχαν αρνηθεί ο καθένας για τους δικούς του λόγους, αλλά σίγουρα όλοι το μετάνιωσαν μετά την τεράστια προβολή του γεγονότος.
Όπως οι Beatles που αρνήθηκαν γιατί ήταν ένα βήμα πριν την διάλυσή τους, οι Led Zeppelin γιατί το θεώρησαν ασήμαντο για την τεράστια φήμη τους, οι Rolling Stones, γιατί είχαν υψηλό κασέ, ο Jeff Beck, γιατί μια εβδομάδα νωρίτερα το συγκρότημά του είχε διαλυθεί, οι Jethro Tull γιατί σαν νέο συγκρότημα δεν είχαν ακόμα μεγάλο κοινό, ο Frank Zappa αλλά και αρκετοί άλλοι.
Ήταν ένα μουσικό γεγονός χωρίς κανόνες. Υπήρχε ελευθερία διακίνησης ιδεών, άφθονο αλκοόλ, μαριχουάνα, LSD. Αυτά σε συνδυασμό με την μουσική, ήταν μερικά μόνο από όσα συμπλήρωναν την εικόνα του βροχερού τριημέρου του ’69. Αρκετοί από αυτούς ήταν ‘’φτιαγμένοι’’ όσοι βρίσκονταν κάτω αλλά και πάνω στη σκηνή.
Λίγο καιρό αργότερα τα παιδιά των λουλουδιών (hippies) σήμα κατατεθέν της εποχής θα εξαφανίζονταν, τα ιδεώδη τους θα άρχιζαν να ξεθωριάζουν και τα οράματα τελικά έμειναν μόνο στις ψυχές τους.
Ο τελικός απολογισμός του μεγαλύτερου ροκ φεστιβάλ, ήταν 32 καλλιτέχνες επί σκηνής, 64 ώρες μουσικής, 2 θάνατοι αλλά και 2 γεννήσεις, 450.000 άτομα μέσα και 1.500.000 που δεν κατάφεραν να φτάσουν στο χώρο της συναυλίας.
Η ταινία που κινηματογραφήθηκε από την Warner Bros, ενώ ήταν υποψήφια το 1971 για τρία Όσκαρ, πήρε τελικά το βραβείο του καλύτερου ντοκιμαντέρ, ενώ το ηχητικό υλικό κυκλοφόρησε ένα χρόνο νωρίτερα (1970) σε τριπλό βινύλιο από την Atlantic Records.
Το Woodstock του ’69, ήταν και θα είναι ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία της μουσικής.
Βίκυ Χατζηιωαννίδου
Black Velvet Radio